Εκδοχή

Από  καταβάσεως  Ιούδα ,  εκδοχή  φιλιού .
Στο λάλημα του αλέκτορα
επίορκη άρνηση αποκρίνεται .
Όρος ελαιών , αρχαίο δάκρυ
οθόνη όχλου  σε διαδοχή   αιώνων
και σταυρός  σε ανάβαση  καταμεσήμερο.
Στα χρόνια μας , αργύρια  άφθονα.
Χριστό ψάχνουμε ..

© Σκουρολιάκου Μαρία



 

 

Το βλέμμα

Αχ και ναρχόταν  ο  καιρός
του προηγούμενου  βλέμματος
Προτού  αμαρτήσουμε.
Προτού να  γίνουμε αθώοι  με πιστοποίηση.
Γιατί αποδεχτήκαμε  όρους  ψυχής
συμβόλαια και κανονισμούς  ωσί πολίτες.
Παντού μυρίζει σώμα ανθρώπινο
κι αλλόκοτη αιθαλομίχλη.
Μα  τίποτε δε φαίνεται  αφύσικο.
Μόνο οι φωνές των αγγελοκρουσμένων
που τραγουδούν  ηλεκτρισμένες λέξεις,
καίνε το φόβο τους να ζεσταθούν
κι άλλοτε  γίνονται πουλιά.
Πέφτουν απ΄τα παράθυρα στη γη
βάφοντας κόκκινη τη μέρα,
μήπως  φυτρώσει,
το βλέμμα
το προηγούμενο.
Τότε , πριν γίνουμε αθώοι ...



© Σκουρολιάκου  Μαρία 

Μικρός Κανόνας



Να κατοικείς τα  μάτια σου σ΄ένα δωμάτιο ουρανού
Να κατοικείς τα χέρια σου σε μια κυψέλη  αγάπης .

Έχεις σκεφθεί να μετρήσεις τα πλούτη σου σε καλημέρες ;

Βάλθηκα να μαδάω μια μαργαρίτα
για του κόσμου   το πρόσωπο.
Ύβρις , φως  - ύβρις , φως ..

Μες΄το θυμάρι το χειρόγραφο της ευωδιάς .

Η μεγαλύτερη διαδρομή
είναι μέχρι τη διπλανή αγκαλιά.

Ο θάνατος συνέχεια ξοπίσω σου.
Τρώει  τις  μέρες σου
ως την τελευταία  μπουκιά.

Ο Θεός να σε φυλάει από κερκόπορτες.

Σπίτια που γερνούν κι άνθρωποι χώματα

Ποιος  στίχος θα βγάλει το λυγμό του τριζονιού;
Τη  μαγεία  των  σωμάτων  εν  πτήση
Την ευτελή   ματαιότητα του κύρους
Τους  άλυτους  χρησμούς  της  ζωής
Το  αχ    των  ψυχών  στο  μαχαίρι ;
  
Αριστερό κλικ στο στήθος.
Κατά την καρδιά γράψτε.

Το  άχ   του στεναγμού  που  κλαίει 
Το  αχ  του πόθου  που  γελά

Δεύτε δώσατε φως.
  
Χρηματιστήρια από πάναστρες νύχτες.

Μην  πάψεις  ποτέ ν΄ ακούς  τα πουλιά.
Μην πάψεις ποτέ ν΄ακούς τις καμπάνες.




© Σκουρολιάκου  Μαρία 
 

 

Στόχοι



Περίλυπη  άνοιξη , δακρυόεσσα ,
και στις καρδιές  σωπαίνουν  οι καμπάνες.
Στη  γεμάτη πρόσωπα  έρημο
πεδία βολής
με αληθινούς, τους  στόχους δοκιμάζουν .
Κομμάτια ο  ήλιος  διασπείρεται
σε  ίσκιους  ανελέητους  και κρότους .

Ύστερα θάρθουνε  ντυμένοι άνθρωποι
για  να δωρίσουν  υποσχέσεις
και  ανοικοδόμηση .
Τις αλγεινές μέρες  θα  στολίζουν
με περίτεχνες  παγίδες
και στη θέση των ερείπιων  ονείρων 
σπίτια και ναούς  θα  χτίσουν .

Μόνο  το  φως
που δεν  πιάνεται  στα δάχτυλα
θα ταξιδεύει στις πρόσφυγες ελπίδες
θάλποντας τη  σιωπή της λευτεριάς
εξορισμένης  στου σπαθιού την κόψη .
Θα περιμένει
στη μνήμη  των λέξεων
και στης οργής τα συναξάρια
το σύνθημα .

 © Σκουρολιάκου Μαρία